
Τα βράδια, οι καλαμιές στέκονταν ανείπωτα σιωπηλές, σαν διψασμένες, βυθισμένες στον εαυτό τους.
Σαν εξαντλημένες από μια απερίγραπτη θλίψη. Οι δύο άντρες στη βάρκα ήταν σκεπτικοί, ενώ η κοπέλα γκρίνιαζε: «Πάμε να φύγουμε από τις καλαμιές... με τρομάζουν έτσι όπως θροΐζουν, απόκοσμα..»
Και τη νύχτα, συνέχισε να διαμαρτύρεται μέσα απ’ τα όνειρά της: «Ω, καλαμιές... σκοτεινές καλαμιές... σας φοβάμαι... πάμε να φύγουμε.!...»
Στο αντίσκηνό τους, οι δύο άντρες ξύπνησαν απ’ το δυνατό παραμιλητό της.
Ο νέος άντρας ένιωθε: «Είναι μια αληθινή πριγκίπισσα και ονειρεύεται μαγεμένες καλαμιές...»
Ενώ ο γέρος, με εμπειρία σ’ αυτά τα πράγματα, σκεφτόταν: «Μπλόφα είναι... μια ρομαντική μπλόφα... αλλά μπλόφα. Μια καλοπαιγμένη μπλόφα....»
Το επόμενο πρωί, οι άντρες άναψαν φωτιά και έπιναν καφέ.
Η τρομαγμένη πριγκίπισσα κοιμόταν ακόμα, ταλαιπωρημένη από τους εφιάλτες της με τις μαγεμένες καλαμιές.
Ο νέος, σκεπτικός, ρώτησε μουρμούριζοντας: «Λες να ήταν όλα μπλόφα; Για να με γοητεύσει;»
Ο γέρος αναφώνησε: «Πιπέρι! Τόσο νέος κι έχεις ήδη χάσει τον ρομαντισμό σου; Ντροπή σου! Η κοπέλα είναι μια αληθινή πριγκίπισσα!»
«Σε παρακαλώ», είπε ο νέος. «Μην της το πεις πως για μια στιγμή αμφέβαλα.»
Αργότερα, ο γέρος είπε στην αγουροξυπνημένη κοπέλα: «Καλή η μπλόφα με τις καλαμιές. Πολύ καλά παιγμένη.»
«Τι κακός που είσαι! Μην με προδώσεις... μην του το πεις, σε παρακαλώ!»
«Φυσικά και του το είπα, αλλά θύμωσε τόσο, που ήθελε να με χαστουκίσει. Μου είπε πως είσαι μια αληθινή πριγκίπισσα. Τόσο ανόητος είναι.»
Τότε, το μουτρωμένο πρόσωπο της κοπέλας φωτίστηκε. Και ξαφνικά έμοιαζε στ’ αλήθεια με πριγκίπισσα βγαλμένη από τα παραμύθια. Και μάλιστα όλη την ημέρα.
«Βλέπεις αυτό το πρόσωπο;» ψιθύρισε ο γέρος στον νέο «κι εσύ μιλάς για μπλόφες...»
0 Σχόλια