
Ο γέρος ποιητής είπε στον νέο και πολύ μεθυσμένο ποιητή: «Μήπως καθίσαμε εδώ εξαιτίας εκείνης της υπέροχης κοπέλας απέναντι; Και μήπως γι' αυτό έγινες λιώμα;»
Ο νέος μεθυσμένος ποιητής δεν απάντησε.
Και μπήκε μια γριά λουλουδού στο μαγαζί.
Ο νέος μεθυσμένος ποιητής έστειλε δέκα τουλίπες στην Ωραιοτάτη, κίτρινες και μωβ, αν και ο γέρος ποιητής τον προειδοποίησε ότι η κίνηση αυτή είναι ακατάλληλη στο συγκεκριμένο περιβάλλον, «σε καφετερία βρισκόμαστε, όχι σε νυχτερινό κλαμπ».
Κάτι άντρες που κάθονταν με την Ωραία, έβαλαν τις φωνές στη λουλουδού: «Πήγαινε παραπέρα με τις τουλίπες σου! Πήγαινε παραπέρα!»
Τότε ο γέρος ποιητής αγόρασε τις ίδιες τουλίπες και τις έστειλε πάλι στην ωραία με ένα σημείωμα: «Ένας γέρος ποιητής για έναν δυστυχισμένο νέο ποιητή».«Φύγε! Πήγαινε παραπέρα με τις τουλίπες σου! Παραπέρα!», φώναξαν οι άντρες.
Μετά σηκώθηκαν θριαμβευτικά και έφυγαν με την υπέροχη γυναίκα.
Αλλά τίποτα... ούτε ένα μόριο αληθινού συναισθήματος δεν χάνεται σ' αυτόν τον κόσμο. Μόνο οι κάφροι δεν το αντιλαμβάνονται... οι βίαιοι.
Η γυναίκα ένιωσε: «Κάποιος με αγαπάει και υποφέρει - - -».
Και οι άντρες θα έπρεπε να είχαν πει: «Ελα, δέξου τα όμορφα λουλούδια, φαίνεται ότι κάποιος εκεί πέρα σε λατρεύει φανατικά».
Ετσι θα είχε ανασταλεί το χτύπημα και -τουλάχιστον- θα είχε ισορροπήσει ο συναισθηματικός κόσμος. Αλλά εκτέθηκαν στη μάχη της ύπαρξης, εκμεταλλεύτηκαν τη στιγμιαία εξουσία τους και χτύπησαν. Αυτό δεν αρέσει στις γυναίκες, απλώς νομίζετε ότι τις αρέσει. Μέσα στη γυναίκα σηκώθηκε επανάσταση: «Κάποιος με αγαπάει και υποφέρει... τι ωμά κτήνη που είστε, εσείς, οι ιδιοκτήτες μου!;»
«Γίναμε ρρρρόμπα», είπε ο μεθυσμένος νέος ποιητής.
«Μάλιστα!», είπε ο γέρος ποιητής, γιατί πάντα έλεγε «μάλιστα» σε τέτοιες περιπτώσεις, υπό όλες τις συνθήκες- - - αν και ήξερε κάτι άλλο.
Ελλεβόρα
0 Σχόλια