Η γυναίκα με το πράσινο φόρεμα

Η κιτρινιάρα, νωθρή ανία σύρθηκε πάνω στο κόκκινο περσικό χαλί της αίθουσας…
Μετά σκαρφάλωσε στην αγκαλιά της πανέμορφης κόρης του γκαλερίστα και τη φίλησε φαρδιά στο στόμα. Η κόρη χασμουρήθηκε, μα κανείς δεν το κατάλαβε.
Λίγο πιο πέρα, μια νέα γυναίκα με πράσινο φόρεμα καθόταν δίπλα σε ένα χοντρό, αναπαυτικό γουρούνι και σκεφτόταν: «Σήμερα πλήρωσα δέκα φράγκα για πέντε κιλά πατάτες...»»
Το αναπαυτικό γουρούνι γρύλισε, αλλά κανείς δεν παρεξηγήθηκε.
Προερχόταν από γνωστή, πλούσια οικογένεια.


Ο αντρας που όλο γελά

Η γυναίκα με το πράσινο φόρεμα γύρισε στον άντρα που όλο γελά.
- Κύριε Τίτο, η αδερφή σας είναι τόσο γλυκιά και αξιόλογη!
Όμως ο Τίτο δεν γελούσε. Απλώς έμοιαζε να γελάει. Του είχαν κόψει τα νεύρα του προσώπου. Έτσι γελούν οι άνθρωποι της κοινωνίας.
Το χοντρό, αναπαυτικό γουρούνι ρεύτηκε χοντρά. Αλλά κανείς δεν παρεξηγήθηκε, γιατί προερχόταν από γνωστή, πλούσια οικογένεια.
- Επαναλαμβάνω, η αδερφή σας είναι πολύ ενδιαφέρουσα προσωπικότητα και ζωγραφίζει υπέροχα…, είπε η γυναίκα με το πράσινο φόρεμα, ενώ κοίταζε το σχέδιο των περσίδων, λες και διάβαζε εκεί τα λόγια που ξεστόμιζε.


Η αδερφή του άντρα που όλο γελά

Λίγο πιο πέρα, η αδερφή του άντρα που όλο γελά καθόταν σε μια γωνιά και σκεφτόταν: «Θα έρθει;»
Όμως εκείνος δεν ήρθε. Είχε μάτια που έκλαιγαν, αλλά τίποτα άλλο επάνω της δεν ήταν άξιο αναφοράς.
Τα μάτια της πενθούσαν περισσότερο από όλα τα μάτια στον κόσμο. «Μα γιατί δεν έρχεται;»
Η κιτρινιάρα, νωθρή ανία σκαρφάλωσε πάνω της και τη φίλησε φαρδιά στο στόμα.
Η αδερφή άρχισε να χασμουριέται. Όμως κανείς δεν το πρόσεξε. Γιατί χασμουριόταν με τα μάτια της.
Ή μάλλον, με την καρδιά της.

Η τελευταία μαινάδα

Ο γιος του γκαλερίστα μουρμούρισε:
- Αυτή είναι η Ιφιγένεια. Την ονόμασα "Τελευταία Μαινάδα του Δάσους".  Όλα χαίρονται μέσα της. Αυτή η ζωή... Αυτή η κίνηση…
Οι κυρίες της παρέας σούφρωσαν τα χείλη.
- Η Ιφιγένεια; Ποια είναι η Ιφιγένεια; Τι σχέση έχει με εμάς;
Όλες μισούσαν τον γιο του γκαλερίστα.
Η κιτρινιάρα, νωθρή ανία σύρθηκε στα γόνατα του γιου του γκαλερίστα. Όμως αυτός δεν χασμουρήθηκε. Έβαλε τα καλύτερα κομμάτια του φασιανού στο πιάτο του, έριξε φυσικό χυμό λεμόνι πάνω τους σαν νεροποντή και άρχισε να τρώει.
«Εκείνη είναι η τελευταία μαινάδα του δάσους… Κι εσείς, ηλίθιοι ευγενείς... Χολα χό!»


Η Ιζαμπέλλα

Ένας τραγουδιστής σκεφτόταν το πάρτι που γινόταν κάπου αλλού, προς τιμήν της Ιζαμπέλλας.
«Θα φύγω μετά το δείπνο... Κατά τις 11 θα είμαι εκεί. Ιζαμπέλλα…»
Η ανία έχωσε τη χοντρή γροθιά της στο στόμα του και το άνοιξε διάπλατα. Αυτό το είδαν όλοι.


Η μουσική

Μετά το δείπνο, η κόρη του γκαλερίστα ζήτησε από τον Ζίγκφριντ, έναν μουσικό, να παίξει φλογέρα.
Ο Ζίγκφριντ έπαιζε φλογέρα, ενώ η αδερφή του άντρα που όλο γελάει καθόταν σε μια παλιά, αναπαυτική πολυθρόνα και σκεφτόταν.
Ο ζωγράφος ρώτησε αν χορεύεται το κομμάτι, γιατί του φάνηκε παράξενη η σύνθεση, σαν να μην ήταν μουσική.
Η γυναίκα του γκαλερίστα τού εξήγησε πως πρόκειται για ένα πολύ βαθύ και ψαγμένο κομμάτι…
Όλοι κάπνιζαν τσιγάρα.


Ο προθάλαμος της ανίας

Η ανία σύρθηκε έξω από την αίθουσα και σκαρφάλωσε στη βοηθό του μάγειρα με τα πλατινένια μαλλιά, που συμμάζευε την κουζίνα.
Ξαφνικά, ήρθε εκείνος που ανακάλυψε την τελευταία μαινάδα του δάσους και φίλησε την πλατίνα στο στόμα.
Η ανία σύρθηκε στον προθάλαμο, εκεί που κρέμονταν τα παλτά, οι ζακέτες και τα μεταξωτά μαντήλια.
Τα πάντα άρχισαν να πλήττουν. Ακόμα και αν ήταν αρωματισμένα με «Ω de Cologne» και «Ω de Toilette». Μακροπρόθεσμα, το άρωμα γίνεται αδιάφορο. Ειδικά αν δεν φτερνιστείς.


Το πάρτι της Ιζαμπέλλας

Η ανία βγήκε στο σκοτεινό δρόμο και σύρθηκε ως το πάρτι της Ιζαμπέλλας,  που περίμενε τον τραγουδιστή της, σκαρφάλωσε στην αγκαλιά της, και τη φίλησε φαρδιά στο στόμα.
Η Ιζαμπέλλα χασμουρήθηκε. Όμως κανείς δεν το πρόσεξε.
Όλοι χόρευαν ροκ. Και ήταν κατα-πληκτικοί.
Ο τραγουδιστής δεν ήρθε. Έμεινε στο άλλο event και χούφτωνε την κόρη του γκαλερίστα, στους ήχους της μουσικής χωρίς μουσική.
Και ήταν όλη την ώρα σε καλλιτεχνικά «φευγάτη» κατάσταση.