
Εκείνος ξύπνησε νωρίς στο γκρίζο πρωϊνό. ΄Ενα υπέροχο κρύο τύλιγε το μικρό δωμάτιο. Γλύστρησε προσεκτικά έξω από το βαμβακερό πάπλωμα για να μην κρυώσει η Σαρλότ και άναψε την ευγενή σόμπα με προσάναμμα βουτηγμένο σε ρητίνη.
Η Σαρλότ ξάπλωνε στο κρεβάτι του. Ιερή ανάσα....
Ένας ταύρος τρώει λουλούδια και τα κάνει λίπασμα. Το λίπασμα του δίνει ζωή και δύναμη.
Και την ευγνωμοσύνη του τη λένε «γυναίκα».
Τα ξύλα στη σόμπα έκαιγαν, έλαμπαν και έκαναν μικρές εκρήξεις.
Μετά σηκώθηκε μια θάλασσα φωτιάς και οι φλόγες άρχισαν να συμπεριφέρονται σαν λαχανιασμένα σκυλιά. χχ–τς, χ–τς, χχ–τς, χχ–τς.
Η σόμπα άπλωνε ζέστη, όπως το πνεύμα ενός αληθινού ποιητή. Όλα ποτίζονταν με ζεστασιά. Ακόμη και ο τοίχος άνοιξε τους πόρους του, εισέπνεε και ηρεμούσε.
Όταν το δωμάτιο ζεστάθηκε επαρκώς, τράβηξε απαλά το πάπλωμα και κοίταξε με μεγάλη προσοχή το «έργο τέχνης του Θεού».. το γυναικείο σώμα.
Και άρχισε να μισεί όλα εκείνα τα τρομακτικά φαντάσματα που εισβάλουν στην αντρική καρδιά ύπουλα με απόκοσμη δύναμη... τους «Άλλους».
Όμως γιατί τα φοβάται; Ποια ίχνη άφησαν; Τίποτα! Η κάθε τρίχα είναι στη θέση της και η τρυφερή της ωχρότητα λάμπει σαν χιόνι στα μάτια του και τα γεμίζει με τη δύναμη του φωτός.
Όλα στη θέση τους, όλα όπως πρέπει Χα Χα Χα! Άθλιες προκαταλήψεις σκλαβωμένων ανθρώπινων ψυχών. Ο κυκλώνας των φαντασμάτων δεν τα κατάφερε να ισοπεδώσει την ανθοφόρα γη. Αχτίδα αιώνιας ομορφιάς.
Σαν κρύσταλλο ξαπλώνει στο κρεβάτι του, η γυναίκα, σαν την καρδιά μια ιδιοφυίας που κανείς δεν μπορεί να καταστρέψει και που χτυπάει στου Κόσμου τους παλμούς.
Έτσι είναι το σώμα της γυναίκας. Σβήνει όλα τα ίχνη, σαν παραδείσιος κήπος εκπέμπει ομορφιά, ομορφιά, ομορφιά και φέρνει την ειρήνη.
Η ψυχή της είναι μέσα του. Εκείνος είναι το σώμα της που έγινε πνεύμα. Και η «μορφή» της είναι η ψυχή του που έγινε εικόνα. Εκείνος είναι η φύση της, εκείνη η μορφή του.
Πήγε στη σόμπα και κοίταξε τα ξύλα. Είχαν καεί σχεδόν. Είχαν καταρρεύσει μέσα τους, εξαντλημένα, πέθαιναν μετά από εκπληρωμένη αποστολή. Όμως η ψυχή τους, η ζεστασιά, ήταν ακόμη στο δωμάτιο και το γέμιζε με ζωή.
Η Σαρλότ ξάπλωνε γυμνή, ανέπνεε την ψυχή των ξύλων και ρουφούσε δύναμη.
«Είσαι τα πάντα αυτήν την στιγμή», ένιωσε εκείνος, «αφού δεν είσαι παρά μόνο ομορφιά. Λάμπεις σε ειδωλολατρική κάψα. Θέλω να σε βάλω στον πάγο. Να σε παγώσω. Να σε στήσω ανάμεσα σε τεράστιες παγοκολώνες. Να γίνεις πάγος. Να γίνεις η ανάσα του χειμώνα. Να μην ακτινοβολείς τίποτε πια. Θα είχαμε λυτρωθεί αν σε σκεπάζαμε με πάγους αντί με παπλώματα. Θα νιώθαμε το κρύο να μπαίνει μέσα σου βαθιά, παντού, σε όλα τα ιερά της καυτής σου πηγής και να παγώνει τα πάντα. Εσένα, και τα φαντάσματα. Και όλα θα γινόταν πάγος. Χα χα χα. Μόνο εγώ θα έμενα ζεστός. Και θα έμενα μαζί σου. Γιατί η ομορφιά της σκέψης μου είναι η ομορφιά του σώματός σου. Και οι γραμμες της ψυχής μου είναι οι γραμμές των άκρων σου και ο έρωτάς μου θα τις κρατούσε άφθαρτες. Και το αιώνιο θα σε πάντρευε με το αιώνιο. Και το άφθαρτο με το άφθαρτο. Πάγος! Ώστε να γίνεις αιώνια. Να ανήκεις μόνο στον ένα Θεό - Άνθρωπο που σε «αναγνώρισε», θερμή, γεννημένη από γυναικείο σώμα. Και παγωμένη στο μάρμαρο του γλύπτη. Αιώνια να ήσουν, η ομορφιά του Κόσμου.
Πλάσμα.........»
Εκείνη όμως ξύπνησε και έκαιγε
«Έλα....»
Όλα στη θέση τους, όλα όπως πρέπει Χα Χα Χα! Άθλιες προκαταλήψεις σκλαβωμένων ανθρώπινων ψυχών. Ο κυκλώνας των φαντασμάτων δεν τα κατάφερε να ισοπεδώσει την ανθοφόρα γη. Αχτίδα αιώνιας ομορφιάς.
Σαν κρύσταλλο ξαπλώνει στο κρεβάτι του, η γυναίκα, σαν την καρδιά μια ιδιοφυίας που κανείς δεν μπορεί να καταστρέψει και που χτυπάει στου Κόσμου τους παλμούς.
Έτσι είναι το σώμα της γυναίκας. Σβήνει όλα τα ίχνη, σαν παραδείσιος κήπος εκπέμπει ομορφιά, ομορφιά, ομορφιά και φέρνει την ειρήνη.
Η ψυχή της είναι μέσα του. Εκείνος είναι το σώμα της που έγινε πνεύμα. Και η «μορφή» της είναι η ψυχή του που έγινε εικόνα. Εκείνος είναι η φύση της, εκείνη η μορφή του.
Πήγε στη σόμπα και κοίταξε τα ξύλα. Είχαν καεί σχεδόν. Είχαν καταρρεύσει μέσα τους, εξαντλημένα, πέθαιναν μετά από εκπληρωμένη αποστολή. Όμως η ψυχή τους, η ζεστασιά, ήταν ακόμη στο δωμάτιο και το γέμιζε με ζωή.
Η Σαρλότ ξάπλωνε γυμνή, ανέπνεε την ψυχή των ξύλων και ρουφούσε δύναμη.
«Είσαι τα πάντα αυτήν την στιγμή», ένιωσε εκείνος, «αφού δεν είσαι παρά μόνο ομορφιά. Λάμπεις σε ειδωλολατρική κάψα. Θέλω να σε βάλω στον πάγο. Να σε παγώσω. Να σε στήσω ανάμεσα σε τεράστιες παγοκολώνες. Να γίνεις πάγος. Να γίνεις η ανάσα του χειμώνα. Να μην ακτινοβολείς τίποτε πια. Θα είχαμε λυτρωθεί αν σε σκεπάζαμε με πάγους αντί με παπλώματα. Θα νιώθαμε το κρύο να μπαίνει μέσα σου βαθιά, παντού, σε όλα τα ιερά της καυτής σου πηγής και να παγώνει τα πάντα. Εσένα, και τα φαντάσματα. Και όλα θα γινόταν πάγος. Χα χα χα. Μόνο εγώ θα έμενα ζεστός. Και θα έμενα μαζί σου. Γιατί η ομορφιά της σκέψης μου είναι η ομορφιά του σώματός σου. Και οι γραμμες της ψυχής μου είναι οι γραμμές των άκρων σου και ο έρωτάς μου θα τις κρατούσε άφθαρτες. Και το αιώνιο θα σε πάντρευε με το αιώνιο. Και το άφθαρτο με το άφθαρτο. Πάγος! Ώστε να γίνεις αιώνια. Να ανήκεις μόνο στον ένα Θεό - Άνθρωπο που σε «αναγνώρισε», θερμή, γεννημένη από γυναικείο σώμα. Και παγωμένη στο μάρμαρο του γλύπτη. Αιώνια να ήσουν, η ομορφιά του Κόσμου.
Πλάσμα.........»
Εκείνη όμως ξύπνησε και έκαιγε
«Έλα....»
0 Σχόλια