
Ο Αλλοδαπός
Συνήθως φορούσε ανοιχτόχρωμα βαμβακερά παντελόνια και πουκάμισα. Κάποιες φορές φορούσε και λινά ή μάλλινα σακάκια. Έμοιαζε με ακροβάτη τυλιγμένο σε κομψότητα.
Μια μέρα χόρευε σε μια σάλα με την πιο όμορφη γυναίκα του κόσμου. Κουνιόταν σαν κλόουν, αλλά η Ωραιοτάτη, με τις αιθέριες κινήσεις της, έφερνε ισορροπία και αρμονία στον χορό τους.
Ο «Κλόουν», όμως, είχε ένα σώμα με ατσάλινους μύες, πάνω σε ατσάλινους μεντεσέδες -και μάλιστα λαδωμένους μεντεσέδες- που κινούνταν με πνεύμα, χιούμορ και χάρη. Ήταν γεμάτος με υπέροχη περίσσεια δύναμη, η οποία ξεχυνόταν στην πίστα, όπως ο λευκός ατμός που εκτινάσσεται από τη βαλβίδα μιας παλιάς, πολύτιμης ατμομηχανής.
Το απόγευμα στο πάρκο
Ένα απόγευμα στο πάρκο, ο Αλλοδαπός πήρε τη «Πριγκίπισσα Νανίτα» στους ώμους του
και κάλπαζε σαν μανιασμένο άλογο, μπροστά σε όλο τον κόσμο.
«Oh, was für ein Pferd!» ενθουσιάστηκε η μη αλλοδαπή, πανέμορφη μητέρα των παιδιών του.
«Είμαι το πιο γερό, το πιο γρήγορο άλογο της χώρας! Θα τους νικήσω όλους! Τακατάκ! Τακατούκ Αϊέεεεεεεεεεεεεε!!»
Μετά άφησε τη Νανίτα στο έδαφος και φίλησε τρυφερά το στόμα της ωραίας μητέρας των παιδιών του.
Όλες οι γυναίκες ζήλεψαν -και η μικρή Πριγκίπισσα Νανίτα ένιωθε: «Υπάρχει μόνο ένας Έλληνας… και τόσα κορίτσια που τον ονειρεύονται… αλλά είναι δικός μου!»
Μια μέρα χόρευε σε μια σάλα με την πιο όμορφη γυναίκα του κόσμου. Κουνιόταν σαν κλόουν, αλλά η Ωραιοτάτη, με τις αιθέριες κινήσεις της, έφερνε ισορροπία και αρμονία στον χορό τους.
Ο «Κλόουν», όμως, είχε ένα σώμα με ατσάλινους μύες, πάνω σε ατσάλινους μεντεσέδες -και μάλιστα λαδωμένους μεντεσέδες- που κινούνταν με πνεύμα, χιούμορ και χάρη. Ήταν γεμάτος με υπέροχη περίσσεια δύναμη, η οποία ξεχυνόταν στην πίστα, όπως ο λευκός ατμός που εκτινάσσεται από τη βαλβίδα μιας παλιάς, πολύτιμης ατμομηχανής.
Το Σάββατο στη λίμνη
Τα πρωινά του Σαββάτου, ο Αλλοδαπός πήγαινε στη λίμνη για βαρκάδα, μαζί με τα τέσσερα παιδιά του -τρία αγόρια και ένα κορίτσι. Καθόντουσαν όλοι μαζί στη βάρκα, κρατώντας τα κουπιά τους, και κωπηλατούσαν σε ρυθμό.
Ο Αλλοδαπός φώναζε «Στοπ!» και «Πάμε!», και τα παιδιά, ειδικά το κορίτσι, υπάκουαν σαν το Σώμα των Ευζώνων.
Από την ακτή μόλις που φαινόταν οι κόκκινες μπούκλες της μικρής…
«Στοπ!» - «Πάμε!» – «Στοπ!»
Τα παιδιά υπάκουαν σαν υποβρύχιοι καταδρομείς σε παρέλαση -και το κορίτσι φώναζε: «Μπράβο, μπαμπά!»
Τα πρωινά του Σαββάτου, ο Αλλοδαπός πήγαινε στη λίμνη για βαρκάδα, μαζί με τα τέσσερα παιδιά του -τρία αγόρια και ένα κορίτσι. Καθόντουσαν όλοι μαζί στη βάρκα, κρατώντας τα κουπιά τους, και κωπηλατούσαν σε ρυθμό.
Ο Αλλοδαπός φώναζε «Στοπ!» και «Πάμε!», και τα παιδιά, ειδικά το κορίτσι, υπάκουαν σαν το Σώμα των Ευζώνων.
Από την ακτή μόλις που φαινόταν οι κόκκινες μπούκλες της μικρής…
«Στοπ!» - «Πάμε!» – «Στοπ!»
Τα παιδιά υπάκουαν σαν υποβρύχιοι καταδρομείς σε παρέλαση -και το κορίτσι φώναζε: «Μπράβο, μπαμπά!»
Το απόγευμα στο πάρκο
Ένα απόγευμα στο πάρκο, ο Αλλοδαπός πήρε τη «Πριγκίπισσα Νανίτα» στους ώμους του
και κάλπαζε σαν μανιασμένο άλογο, μπροστά σε όλο τον κόσμο.
«Oh, was für ein Pferd!» ενθουσιάστηκε η μη αλλοδαπή, πανέμορφη μητέρα των παιδιών του.
«Είμαι το πιο γερό, το πιο γρήγορο άλογο της χώρας! Θα τους νικήσω όλους! Τακατάκ! Τακατούκ Αϊέεεεεεεεεεεεεε!!»
Μετά άφησε τη Νανίτα στο έδαφος και φίλησε τρυφερά το στόμα της ωραίας μητέρας των παιδιών του.
Όλες οι γυναίκες ζήλεψαν -και η μικρή Πριγκίπισσα Νανίτα ένιωθε: «Υπάρχει μόνο ένας Έλληνας… και τόσα κορίτσια που τον ονειρεύονται… αλλά είναι δικός μου!»
0 Σχόλια