
Μια φορά (από τις πολλές) που ο Ποιητής Μισογύνης ήταν στο φρενοκομείο, γνώρισε την ίσως πιο ευτυχισμένη γυναίκα ‒μεταξύ των γυναικών με περιττές φιλοδοξίες‒ της λεγόμενης καλής κοινωνίας.
Η γυναίκα ήταν από πλούσιο σπίτι αλλά αυτό δεν της έφτανε. Ως εκ τούτου άρχισε να φαντάζεται πως είναι αυτοκράτειρα. Και αυτοκράτειρα ήταν μέσα στο από τους ψηλούς τοίχους περιβαλλόμενο πάρκο του φρενοκομείου. Διότι όλα εκεί ήταν προσαρμοσμένα στην λεγόμενη «τρέλα» της.
Όλοι την αποκαλούσαν «Μεγαλειοτάτη» και οι υπόλοιπες παλαβές κυρίες υποκλίνονταν μπροστά της, ή υποκρίνονταν πως υποκλίνονταν.
Η γυναίκα ήταν από πλούσιο σπίτι αλλά αυτό δεν της έφτανε. Ως εκ τούτου άρχισε να φαντάζεται πως είναι αυτοκράτειρα. Και αυτοκράτειρα ήταν μέσα στο από τους ψηλούς τοίχους περιβαλλόμενο πάρκο του φρενοκομείου. Διότι όλα εκεί ήταν προσαρμοσμένα στην λεγόμενη «τρέλα» της.
Όλοι την αποκαλούσαν «Μεγαλειοτάτη» και οι υπόλοιπες παλαβές κυρίες υποκλίνονταν μπροστά της, ή υποκρίνονταν πως υποκλίνονταν.
Μια μέρα η Αυτοκράτειρα πλησίασε μεγαλοπρεπώς το τραπέζι όπου ο Μισογύνης έπαιρνε το πρωινό του και του μίλησε, όχι δυνατά, αλλά αποφασιστικά: «Τι έχετε αγαπητέ μου ποιητή; Τι σας αναστάτωσε τόσο; Γιατί κοιτάτε τόσο ζοφερά;»
«Μεγαλειοτάτη», απάντησε εκείνος ταπεινά, «ζήτησα επανειλημμένα από το προσωπικό να αφαιρούν το καϊμάκι από τον καφέ μου γιατί το απεχθάνομαι ‒ αλλά δεν το κάνουν».
«Ορίστε;;;!!! Κύριε Διευθυντή!», φώναξε εκείνη προς τον κηπουρό που δούλευε στον κήπο.
«Στις διαταγές σας, Μεγαλειοτάτη!»
«Κύριε Διευθυντή, φοντίστε, παρακαλώ, ο καφές του ποιητή μας να είναι ελεύθερος από καϊμάκι στο μέλλον. Νιώθω άμεσα προσβεβλημένη...»
«Έγινε Μεγαλειοτάτη!» φώναξε ο «διευθυντής».
«Μεγαλειοτάτη», απάντησε εκείνος ταπεινά, «ζήτησα επανειλημμένα από το προσωπικό να αφαιρούν το καϊμάκι από τον καφέ μου γιατί το απεχθάνομαι ‒ αλλά δεν το κάνουν».
«Ορίστε;;;!!! Κύριε Διευθυντή!», φώναξε εκείνη προς τον κηπουρό που δούλευε στον κήπο.
«Στις διαταγές σας, Μεγαλειοτάτη!»
«Κύριε Διευθυντή, φοντίστε, παρακαλώ, ο καφές του ποιητή μας να είναι ελεύθερος από καϊμάκι στο μέλλον. Νιώθω άμεσα προσβεβλημένη...»
«Έγινε Μεγαλειοτάτη!» φώναξε ο «διευθυντής».
Μια άλλη φορά η Αυτοκράτειρα πλησίασε τον ποιητή με μεγάλη ανησυχία: «Αγαπητέ μου, έχω να σας δώ έξι ολόκληρες μέρες και σας αποθύμησα».
«Μεγαλειοτάτη, ήμουν άρρωστος στο κρεβάτι!»
«Ελάτε τώρα, αφήστε τα αυτά. Με ενημέρωσαν οι αυλικοί μου πως ήσασταν προσκεκλημένος του Πρίγκιπα Μούζο και πως συμμετείχατε στο ετήσιο φεστιβάλ κυνηγιού»
«Μεγαλειοτάτη, ομολογώ πως όντως ήμουν εκεί».
«Πήγατε με το μαύρο, η με το κίτρινο automobile σας;»
«Με το κόκκινο, Μεγαλειοτάτη».
«Α, βουαλά! Το ήξερα!»
Πείτε μου τώρα, παρακαλώ, αν τολμάτε, ότι η αυτοκράτειρά μας δεν υπήρξε η πιο ευτυχισμένη γυναίκα, μεταξύ των γυναικών με περιττές φιλοδοξίες.
Γιατί, τι ανώτερο από Αυτοκράτειρα μπορεί να είναι κανείς στον κόσμο τούτο.Άνα Ζουμάνη
«Μεγαλειοτάτη, ήμουν άρρωστος στο κρεβάτι!»
«Ελάτε τώρα, αφήστε τα αυτά. Με ενημέρωσαν οι αυλικοί μου πως ήσασταν προσκεκλημένος του Πρίγκιπα Μούζο και πως συμμετείχατε στο ετήσιο φεστιβάλ κυνηγιού»
«Μεγαλειοτάτη, ομολογώ πως όντως ήμουν εκεί».
«Πήγατε με το μαύρο, η με το κίτρινο automobile σας;»
«Με το κόκκινο, Μεγαλειοτάτη».
«Α, βουαλά! Το ήξερα!»
Πείτε μου τώρα, παρακαλώ, αν τολμάτε, ότι η αυτοκράτειρά μας δεν υπήρξε η πιο ευτυχισμένη γυναίκα, μεταξύ των γυναικών με περιττές φιλοδοξίες.
Γιατί, τι ανώτερο από Αυτοκράτειρα μπορεί να είναι κανείς στον κόσμο τούτο.Άνα Ζουμάνη
0 Σχόλια