Ένα αλλήθωρο χλωμό κορίτσι και ένας τεράστιος μαύρος άντρας κάθονται μαζί στο κουκλοθέατρο, δίπλα-δίπλα.
«Μια μικρή ρομαντική...», σκέφτεται ο ανήσυχος πατέρας της

(Επικεφαλίδες φρίκης στις εφημερίδες:
«Τεράστιος μαύρος με μικρό λευκό κορίτσι.... τον πιάσανε, τον πότισαν με πετρέλαιο, τον έκαιγαν 2 ώρες, έγινε κάρβουνο....»)

Κάθονται μαζί στο κουκλοθέατρο, στην πρώτη σειρά. Κάτι μαγνητικό ανάμεσά τους, ενστικτώδες, ένας κόσμος συμπάθειας. Συμπυκνωμένα ρεύματα αγάπης της φύσης. Η ψυχή του παιδιού, ο νωτιαίος μυελός του άγριου.

(Οι εφημερίδες υπερβάλουν. Πάντα υπερβάλουν οι εφημερίδες.
Όμως και η φύση η ίδια είναι υπερβολική, η καταιγίδα είναι υπερβολική, ο κεραυνός, το ηφαίστειο είναι υπερβολικό, ο έρωτας, το τροπικό δάσος, οι πορείες της ρέγγας, τα άλματα της πέστροφας, τα πάντα είναι υπερβολικά)

«Αυτή είναι μια αρκούδα...», λέει το αλλήθωρο, χλωμό κορίτσι, «αρκούδα.»
«Dhali...», λέει ο άγριος μαύρος άντρας
«Dhali...», λέει το κορίτσι
Πόσο κοντά ήρθαν ο ένας στον άλλο;! 
Dhali‒αρκούδα, αρκούδα‒dhali.
Μια κοινή γλώσσα μιλάνε ήδη, dhali ‒ ‒ ‒